Υπήρξαν οι ζεν πρεμιέ του ελληνικού κινηματογράφου. Έκαναν ουρές έξω από τους κινηματογράφους οι γυναίκες για να δουν τις ταινίες τους.
Έχουν αδιαμφισβήτητα γράψει ιστορία όχι μόνο για το ταλέντο τους στην υποκριτική, αλλά και ως «βαριά» αρσενικά του ελληνικού κινηματογράφου. Μια σειρά ηθοποιών, οι οποίοι συμμετείχαν σε σε ταινίες του παλιού Ελληνικού κινηματογράφου και οι οποίοι έκαναν το γυναικείο φύλλο να παραμιλάει.
Φαίδων Γεωργίτσης το «βαρύ» αρσενικό
Τι να λέμε. Ο ρεμπέτης, ο αλανιάρης, ο μουστακαλής ο Φώτης, παίζει μπουζούκι με άλλον έναν μουστακαλή, τον Μεμά και με τραγουδίστριες και κατακτήσεις του τη Μαρκησία και τη Σοφία. Θυμίζω τα ονόματα γιατί έχουν σημασία, δείχνουν πόσο βαρβατιλέ ήταν το όλο σκηνικό. Η συνάντηση με τη Ζωή Λάσκαρη, είναι γνωστή σε όλους. Μέχρι και μουστάκι τον έβαλε να ξυρίσει, προκειμένου να ικανοποιήσει το γυναικείο της εγωισμό και την ωραιοπάθεια της.
Όμως εκείνος δεν το άφησε να περάσει έτσι. Με ένα χαστούκι και μια ατάκα που θα μείνουν στην ιστορία «Είσαι πρόστυχια», ο Φώτης πάτησε πόδι, ως «βαρύ» αρσενικό και το «γατάκι» η Ζωή, σύρθηκε στα πόδια του. Γιατί έτσι κάνουν τα γνήσια αρσενικά. Κι ας ξύρισαν για λίγο το μουστάκι τους.
Δημήτρης Παπαμιχαήλ το απόλυτο αρσενικό
Το απόλυτο αρσενικό που χόρευε ζεϊμπέκικο και «πάγωναν» τα πάντα. Ο λόγος φυσικά για τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ. Γεννήθηκε στις 29 Αυγούστου του 1934 στον Πειραιά και μεγάλωσε στη φτωχή συνοικία του Χατζηκυριάκειου.
Ο Δημήτρης ήταν το τρίτο παιδί του Γιάννη Παπαμιχαήλ και το πρώτο με την δεύτερη του σύζυγο, Ελένη. Είχε έναν αδερφό, τον Στέλιο, και μια αδερφή, την Μαρία, από τον πρώτο γάμο του πατέρα του, καθώς και έναν αδερφό, τον Νίκο που γεννήθηκε μετά από αυτόν. Τα παιδικά του χρόνια ήταν φτωχικά.
Στην αρχή της καριέρας του ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ διατηρούσε σχέση με την Δέσπω Διαμαντίδου με την οποία δεν έκανε ποτέ το “επόμενο βήμα”. Στη δραματική σχολή γνώρισε την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Τον πρώτο καιρό οι δυο τους δεν τα πήγαιναν καθόλου καλά, αντιθέτως είχαν μια κόντρα, που αργότερα εξελίχθηκε σε ένα θυελλώδη έρωτα. Οι συμφοιτητές που τσακώνονταν σαν το σκύλο με τη γάτα, έγιναν από το 1964 «εθνικό» κινηματογραφικό, αλλά και πραγματικό ζευγάρι.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη παντρεύεται τον ηθοποιό στις 18 Ιανουαρίου 1965 και αποκτούν μαζί έναν γιο, τον Γιάννη. Παίζουν μαζί σε πολλές ταινίες και κατακτούν ως ζευγάρι την καρδιά του ελληνικού κοινού. Ανάμεσα σε αυτές ήταν η «Μανταλένα», «Η Αλίκη στο Ναυτικό», «Αχ αυτή η γυναίκα μου».
Κώστας Βούτσας εντυπωσίαζε πάντα με το ιδιαίτερο χιούμορ του
Γόης με την πιο χιουμοριστική εκδοχή του όρου ήταν και ο Κώστας Βούτσας. O αγαπημένος ηθοποιός, παιδί προσφυγικής οικογένειας με καταγωγή από τους Επιβάτες Ανατολικής Θράκης, γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1931 στον Βύρωνα.
Το επίθετο της οικογενείας ήταν Σαββόπουλος, ωστόσο επικράτησε το «Βουτσάς» από τον παππού του ηθοποιού, ο οποίος έφτιαχνε βαρέλια τα οποία παλαιότερα τα έλεγαν «βουτσιά».
Σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Μακεδονικού Ωδείου, απ’ όπου αποφοίτησε το 1953 και αρχικά έλαβε μέρος σε μπουλούκια.
Συμμετείχε σε πολλές ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, και έγινε ένας από τους πιο αγαπημένους Έλληνες ηθοποιούς.
Ξεχώρισε με τη σπιρτάδα και το χιούμορ του, ενώ οι ατάκες των ρόλων που υποδύθηκε έχουν μείνει αλησμόνητες.
Υπήρξε σύζυγος της ηθοποιού και χορεύτριας Έρρικας Μπρόγερ, με την οποία απέκτησε μια κόρη, τη Σάντρα (1972). Έχει άλλες δύο κόρες από τον δεύτερο γάμο του, με τη Θεανώ Παπασπύρου, τη Θεοδώρα (1977) και τη Νικολέτα (1979).
Το 2015, ο Κώστας Βουτσάς έκανε σχέση με την ηθοποιό, Αλίκη Κατσαβού, με την οποία παντρεύτηκε στις 27 Φεβρουαρίου 2016 και στις 23 Ιουλίου του ίδιου έτους απέκτησαν ένα γιο, τον Φοίβο.
Νίκος Κούρκουλος γοητευτικός και πολύ αγαπητός
Ωραίος, ανδροπρεπής, γοητευτικός, αθλητικός -υπήρξε άλλωστε ποδοσφαιριστής και πολύ αγαπητός, με επιτυχίες στις γυναίκες. Του άρεσε να μοιράζεται ανάμεσα στους ρόλους του καλού και του κακού, διαλέγοντας τελικά εκείνους ενός ανθρώπου που παλεύει για το δίκιο. Ντόμπρος στις συναναστροφές του, ξεκάθαρος στις κουβέντες του, με έναν λόγο-συμβόλαιο, ο Κούρκουλος ακολούθησε τη συμβουλή που του είχε δώσει ο πατέρας του: Ο,τι κι αν κάνεις, να είσαι ο πρώτος, ο καλύτερος. Και την ίδια έδωσε ο ίδιος, αργότερα, στα παιδιά του.
Ηθοποιός και διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου επί μια δεκαετία. Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 5 Δεκεμβρίου του 1934 και μεγάλωσε στη συνοικία του Ζωγράφου. Αγάπησε πολύ τον αθλητισμό, στο γυμνάσιο έγινε ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού και, όπως ο ίδιος είχε πει, εντελώς τυχαία, διαβάζοντας βιβλία για το θέατρο, πήρε την απόφαση να γίνει ηθοποιός.
Γρήγορα αναδείχθηκε σ’ έναν από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές του ελληνικού θεάτρου και κινηματογράφου. Ερμήνευσε πρωταγωνιστικούς ρόλους στο αρχαίο ελληνικό δράμα και σε μεγάλα κλασικά, αλλά και σύγχρονα έργα του αμερικάνικου και του ευρωπαϊκού θεάτρου. Πρωταγωνίστησε, ανάμεσα σε άλλα, στη Μήδεια (1959) και τον Ορέστη (1971) του Ευριπίδη, στον Οιδίποδα Τύραννο (1982) και στον Φιλοκτήτη (1991) του Σοφοκλή, στο αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, που ήταν και η τελευταία του θεατρική εμφάνιση.